Επιρρήματα : Ἄκλιτα μέρη τοῦ λόγου. Λέγονται οἱ ἄκλιτες λέξεις ποὺ προσδιορίζουν κυρίως τὰ ῥήματα καὶ φανερώνουν τόπο, χρόνο, ποσό, βεβαίωση ἤ ἄρνηση κτλ.
- τοπικά (ὅσα σημαίνουν τόπο): ποῦ;, πῇ;, ποῖ;, ὅπου, ἔνθα, ἐνθάδε, ἐκεῖ, αὐτοῦ, ἄνω, κάτω, ἐγγύς, ἔσω, ἔξω κ.ά.
- χρονικά (ὅσα σημαίνουν χρόνο): πότε;, ὅτε, τότε, ὁπηνίκα, πηνίκα;,ποτέ(=κάποτε), νῦν, πρίν, ἔπειτα, πάλαι, χθές, σήμερον, αὔριον, αὖ, αὖθις(=πάλι) κ.ά.
- τροπικά (ὅσα σημαίνουν τρόπο): πῶς;, πῇ;, οὕτω(ς), ὧδε(=ἔτσι), ὅπως, ὡς(=καθώς), ὥσπερ, εὖ, καλῶς, κακῶς, σωφρόνως κ.ά.
- ποσοτικά (ὅσα σημαίνουν ποσό): πόσον;, ὅσον, τόσον, ὁπόσον, πολύ, μάλα, ἄγαν, λίαν, πάνυ, σφόδρα, ὀλίγον, ποσάκις, τοσάκις, πολλάκις, δίς, τρίς, τετράκις κτλ.
- βεβαιωτικά (ὅσα σημαίνουν βεβαίωση): ναί, μάλιστα, δή(=βέβαια),δῆτα(=βέβαια, χωρὶς ἀμφιβολία), ἦ(=ἀλήθεια) κ.ά.
- ἀρνητικά (ὅσα σημαίνουν ἄρνηση): οὐ, μή
- διστακτικά (ὅσα σημαίνουν δισταγμό): ἆρα(=ἄραγε), μῶν(=μῆπως), τάχα, ἴσως κ.ά.
Συσχετικὰ ἐπιρρήματα
Ἀπὸ τὰ τοπικά, χρονικά, τροπικά καὶ ποσοτικὰ ἐπιρρήματα:
- ὅσα εἰσάγουν ἐρώτηση λέγονται ἐρωτηματικά
- ὅσα ἔχουν ἀόριστη σημασία λέγονται ἀόριστα
- ὅσα σημαίνουν δείξιμο λέγονται δεικτικά
- ὅσα αναφέρονται σὲ λέξη ἄλλης πρότασης λέγονται ἀναφορικά.
Τὰ ἐρωτηματικά, τὰ ἀόριστα, τὰ δεικτικά καὶ τὰ ἀναφορικὰ ἐπιρρήματα λέγονται μαζὶ συσχετικὰ ἐπιρρήματα.
Πίνακας συσχετικῶν ἐπιρρημάτων
Ἐρωτηματικά
|
Ἀόριστα
|
Δεικτικά
|
Ἀναφορικά
| |
τοπικά(γιὰ στάση σ’ ἕναν τόπο)
|
ποῦ;
|
πού(=κάπου)
|
ἐνθάδε, ἐνταῦθα, αὐτοῦ, ἐκεῖ
|
οὗ(=ἐκεῖ ὅπου), ὅπου, ἔνθα, ὅθι
|
τοπικά(γιὰ κίνηση ἀπὸ ἕναν τόπο)
|
ποῖ;(=πρὸς ποιὸ μέρος;)
|
ποί(=κάπου, πρὸς κάποιο μέρος)
|
ἐνθάδε, ἐνταῦθα, αὐτόσε, ἐκεῖσε
|
οἷ, ὅποι(=πρὸς τὰ ἐκεῖ ὅπου, ἔνθα
|
τοπικά (γιὰ κίνηση πρὸς ἕναν τόπο)
|
πόθεν;
|
ποθέν(=ἀπὸ κάποιο μέρος)
|
ἐνθένδε(=ἀπὸ ἐδώ), ἐντεῦθεν, ἐκεῖθεν
|
ὅθεν(=ἀπ’ ὅπου), ὁπόθεν, ἔνθεν
|
χρονικά
|
πότε; πηνίκα;(=κατὰ ποιὰ ὥρα;)
|
ποτέ(=κάποτε)
|
τότε, τηνίκα, τηνικάδε, τηνικαῦτα(=ἐκείνη τὴν ὥρα)
|
ὅτε, ὁπότε, ἡνίκα, ὁπηνίκα(=τὴν ὥρα πού)
|
τροπικά
|
πῶς;
|
πώς(=κάπως)
|
οὕτω(ς), ὦδε(=ἔτσι, ὡς ἐξῆς)
|
ὡς(=ὅπως), ὥσπερ(=ὅπως ἀκριβῶς), ὅπως
|
τοπικὰ ἤ τροπικά
|
πῇ;(=σὲ ποιὸ μέρος; ποῦ; - ἤ πῶς;)
|
πῄ(=σὲ κάποιον τόπο, κάπου - ἤ κάπως)
|
τῇδε, ταύτῃ(=σ’ αὐτὸν τὸν τόπο, ἐδώ - ἤ ἔτσι)
|
ᾖ, ὅπῃ(=ὅπου - ἤ ὅπως)
|
ποσοτικά
|
πόσον;
|
τόσον, τοσόνδε, τοσοῦτον
|
ὅπου, ὁπόσον
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.